- κομματικοῦ
- κομματικόςconsisting of short clausesmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μικροκομματισμός — ο η επιδίωξη κομματικού συμφέροντος με ευτελή συνήθως μέσα και πάνω από κάθε άλλη υψηλότερη σκοπιμότητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο) * + κομματισμός (< κόμμα + ισμός*). Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στην εφημερίδα Ακρόπολις] … Dictionary of Greek
Κόστα Ρίκα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κόστα Ρίκα Έκταση: 51.100 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.834.934 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Σαν Χοσέ (313.262 κάτ. το 2000)Κράτος της Κεντρικής Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Νικαράγουα και στα ΝΑ με τον Παναμά, ενώ βρέχεται… … Dictionary of Greek
Κρούπσκαγια, Ναντέζντα Κονσταντίνοβνα — (Nadezhda Konstantinovna Krupskaya, Αγία Πετρούπολη 1869 – Μόσχα 1939). Ρωσίδα κομουνίστρια, σύζυγος του Λένιν. Είχε ενεργό συμμετοχή στο ρωσικό επαναστατικό κίνημα και αργότερα πρωτοστάτησε στην υιοθέτηση του συστήματος της λαϊκής παιδείας. Η Κ … Dictionary of Greek
Μαλαισία — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Αποτελείται από δύο ενότητες, μεταξύ των οποίων μεσολαβεί η Νότια Κινεζική θάλασσα για περίπου 650 χλμ. Το ανατολικό τμήμα συνορεύει B με το Μπρουνέι και N με την Ινδονησία, ενώ βρέχεται B και Δ από την Νότια… … Dictionary of Greek
Ουγκάντα — Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με το Σουδάν, Α με την Κένυα, Δ με τη Δημοκρατία του Κονγκό· Ν ορίζεται κατά μεγάλο μέρος από τη λίμνη της Βικτόριας και μόνο στο δυτικό τμήμα συνορεύει με την Τανζανία και με τη Ρουάντα.Η Ο. (η ονομασία … Dictionary of Greek
Ουκρανία — Κράτος της ανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με την Πολωνία, Β με τη Λιθουανία, ΒΑ με τη Ρωσία, ΝΔ με τη Σλοβακία, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία και τη Μολδαβία, και στα Ν βρέχεται από την Αζοφική και από τη Μαύρη θάλασσα (Εύξεινο Πόντο).Ο. σημαίνει… … Dictionary of Greek